Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010

ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ - Μπορεί να βγει η Ελλάδα από την Ευρωζώνη;

Γιατί δε μπορεί να βγει η Ελλάδα από την Ευρωζώνη;

Επειδή αυτό θα έχει ένα τεράστιο οικονομικό κόστος, αφού με την υποτίμηση της δραχμής που -αναπόφευκτα- θα υπάρξει, το χρέος της (το οποίο είναι και αυτό που δημιουργεί τα σημερινά προβλήματα) θα εκτοξευθεί σε πολύ υψηλά επίπεδα, έτσι ώστε πέραν του ότι θα είναι πολύ δύσκολο να αποπληρωθεί, θα πιέζει τη δραχμή ασφυκτικά.

Παράλληλα, καθώς η μετάβαση σε ένα νέο νόμισμα δε θα μπορέσει να γίνει από τη μία μέρα στην άλλη (αφού χρειάζεται ένα πολύμηνο διάστημα προετοιμασίας - ας μην ξεχνάμε ότι για την εισαγωγή του ευρώ υπήρχε ένα διάστημα προετοιμασίας δύο ετών), κατά το ενδιάμεσο διάστημα, θα υπάρξει ένα μεγάλο κύμα αναλήψεων και φυγής καταθέσεων.

Και αυτό δε μπορεί να αντιμετωπισθεί με περιορισμό των αναλήψεων ή συναλλαγματικούς περιορισμούς, αφού κάτι τέτοιο θα εξοντώσει την οικονομία, αλλά και τους πολιτικούς που θα πάρουν την απόφαση αυτή.


Παράλληλα, σε πρακτικό επίπεδο, σε περίπτωση εξόδου της από την Ευρωζώνη και επιστροφής στη δραχμή, η Ελλάδα δεν έχει να κερδίσει ούτε πολλά, ούτε για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Για ποιό λόγο υπάρχουν σήμερα υποστηρικτές της επιστροφής στη δραχμή; Μα για να μπορεί η Ελλάδα να υποτιμά το νόμισμά της ελεύθερα και να κερδίζει σε ανταγωνιστικότητα.

Όμως, μπορεί να κερδίζει μόνιμα η Ελλάδα σε ανταγωνιστικότητα, μέσω της διαρκούς υποτίμησης του νομίσματος; Και βέβαια όχι. Επειδή ο πληθωρισμός θα εκτοξευθεί στα ύψη.

Το μηχάνημα εκτύπωσης χρήματος στα χέρια των Ελλήνων πολιτικών, τη νοοτροπία των οποίων τη βιώνουμε επί 30 χρόνια (ενώ και σήμερα μερικοί αδυνατούν να αντιληφθούν τη σκληρή πραγματικότητα) θα αποτελούσε μία “ατομική βόμβα” που θα απειλούσε ανοικτά την Ελλάδα και το λαό της.
Με ένα τεράστιο δημόσιο χρέος και κανέναν έλεγχο στη δημιουργία νέου χρήματος, η χώρα θα πνιγόταν στα δημοσιονομικά ελλείμματα και σύντομα θα βρισκόταν σε μία κατάσταση καταστροφική και πολύ πιο οδυνηρή απ’ αυτή που βιώνουμε σήμερα.


Στην ουσία, η έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, με δική της πρωτοβουλία, πρακτικά είναι αδύνατη. Αλλά και εάν ακόμη γινόταν με πρωτοβουλία των εταίρων μας, θα βούλιαζε την Ελλάδα στο χάος.


Από την άλλη πλευρά, γιατί δε μπορεί να βγει η Γερμανία, ή κάποια άλλη “ισχυρή” χώρα;

Επειδή και αυτή η εξέλιξη θα δημιουργήσει καταστάσεις χάους. Η γενική εκτίμηση είναι ότι, στην περίπτωση που η Γερμανία αποφασίσει να αποχωρήσει από την Ευρωζώνη, το ευρώ θα υποχωρήσει σε σχέση με το μελλοντικό νόμισμα της Γερμανίας (πιθανότατα το μάρκο). Αν λάβουμε υπ’ όψη μας ότι, από την ημέρα λήψης της απόφασης έως την ημέρα υλοποίησής της θα απαιτηθεί ένα χρονικό διάστημα ενός ή δύο ετών, μπορούμε να φαντασθούμε τον τεράστιο όγκο των κεφαλαίων που θα εγκαταλείψει τις άλλες χώρες και που θα κατευθυνθεί στις γερμανικές τράπεζες.

Από την άλλη πλευρά όμως, οι γερμανικές τράπεζες κατέχουν ομόλογα αξίας εκατοντάδων δισεκατομμυρίων ευρώ. Θα αντέξουν τη ζημιά που θα υποστούν από την υποτίμησή του;

Και η ανταγωνιστικότητα της Γερμανίας; Όταν επί μήνες ή επί χρόνια, η ζήτηση για το μάρκο θα το ωθεί σε υψηλά επίπεδα, αυτό δε θα πλήξει σημαντικά την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της;


Γιατί η Ελλάδα μπορεί να κερδίσει παραμένοντας στην Ευρωζώνη;
Επειδή, λόγω των πιέσεων που της δημιουργούν οι δανειστές της, αλλά και οι ευρωπαίοι εταίροι της, για μείωση των ελλειμμάτων της και εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης, αλλά και του συνόλου της οικονομίας, η Ελλάδα θα μπορέσει να περιορίσει (και ελπίζουμε να μηδενίσει) τα ελλείμματά της σε κάποιο ορατό χρονικό διάστημα, αλλά παράλληλα να αυξήσει και την ανταγωνιστικότητά της.

Είναι λάθος να πιστεύουμε ότι η ανταγωνιστικότητα θα αυξηθεί μόνο μέσα από τις πιέσεις για περικοπές στο μισθολογικό κόστος. Η ανταγωνιστικότητα θα αυξηθεί επίσης -ίσως και περισσότερο- μέσα από τον εκσυγχρονισμό του Κράτους, αλλά και μέσα από την αύξηση της παραγωγικότητας του ιδιωτικού τομέα.


Διατηρώντας το ευρώ και παράλληλα ευρισκόμενη μέσα σε περιβάλλον περιορισμού της κυκλοφορίας τους χρήματος, η Ελλάδα στην ουσία λειτουργεί στα πλαίσια ενός ιδιότυπου “κανόνα χρυσού” (υπό την έννοια ότι το χρήμα που έχει στη διάθεσή της είναι δεδομένο και ότι αδυνατεί να “δημιουργήσει” καινούργιο).

Το φαινόμενο αυτό ήταν πολύ συχνό στη διεθνή οικονομία, στις εποχές κατά τις οποίες λειτουργούσε ο “χρυσός κανόνας”.

Τότε, σε πάρα πολλές περιπτώσεις αποδείχθηκε ότι, ο περιορισμός στην κυκλοφορία του χρήματος με παράλληλες προσπάθειες δημοσιονομικής προσαρμογής, αφ’ ενός μεν οδηγούσε κάποιο κράτος σε μεγάλη μείωση των ελλειμμάτων του, ενώ παράλληλα οδηγούσε το σύνολο της οικονομίας σε μεγάλη αύξηση της παραγωγικότητας, στοιχείο το οποίο σταδιακά βελτίωνε την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, με αποτέλεσμα την εισαγωγή χρήματος, μέσω του πλεονασματικού εμπορικού ισοζυγίου.

Τα πράγματα σήμερα δε λειτουργούν τόσο απλά όσο στο παρελθόν, αλλά λίγο έως πολύ, ο μηχανισμός είναι ο ίδιος. Και ίσως να έχει αρχίσει να λειτουργεί. Απλά, δεν είναι κάτι που μπορεί να φανεί από τη μία μέρα στην άλλη, ιδίως σήμερα που η αρνητική μας ψυχολογία δε μας επιτρέπει να βλέπουμε και τη θετική πλευρά των εξελίξεων.


Συμπέρασμα:

Η διάσπαση της Ευρωζώνης ή η αποχώρηση κάποιου αδύναμου ή ισχυρού κράτους απ’ αυτή, είναι κάτι που λέγεται ή γράφεται εύκολα από δημοσιογράφους ή από ακαδημαϊκούς, αλλά στην πράξη, είναι κάτι -πρακτικά- αδύνατο να συμβεί.
Και είναι αδύνατο, λόγω του οικονομικού, αλλά και του (ευρέως και στενού) πολιτικού κόστους που συνεπάγεται.

Και εάν κάτι τέτοιο δε μπορεί να γίνει σε κανονικές συνθήκες λειτουργίας της (εθνικής, ευρωπαϊκής ή διεθνούς) οικονομίας, σαφέστατα δε μπορεί να γίνει σε μία ταραγμένη περίοδο, όπως η σημερινή.

Το όποιο οικονομικό ή πολιτικό κόστος μπορεί να συνεπάγονται τα σημερινά προβλήματα, είναι ασήμαντο μπροστά στο οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό χάος που θα προκληθεί σε περίπτωση που αποφασισθεί είτε η διάλυση, είτε η αλλαγή της σημερινής Ευρωζώνης.


Άρα, η συζήτηση και οι προσπάθειες θα περιστραφούν και πάλι γύρω απ’ αυτό που προκαλεί το σημερινό πρόβλημα: τα δημοσιονομικά ελλείμματα και οι τρόποι περιορισμού τους. Και το ζητούμενο σήμερα δεν είναι το πώς θα τα καλύπτουμε, μέσα από την έκδοση ευρω-ομολόγων, ή τη δημιουργία μηχανισμών διάσωσης. Το ζητούμενο είναι είναι η εξάλειψη των πρωτογενών αιτίων που τα δημιουργούν. Όσο σύνθετα και εάν είναι αυτά για κάθε κράτος - μέλος.


Συνεπώς, καθώς η σημερινή κατάσταση, της ύπαρξης ενός νομίσματος, μίας νομισματικής πολιτικής και πολλαπλών και ασύνδετων μεταξύ τους οικονομικών πολιτικών, δημιουργεί τεράστιες ανισορροπίες οι οποίες είναι δύσκολο να συνεχίσουν να υφίστανται, οι Ευρωπαίοι ηγέτες είναι αναγκασμένοι να κάνουν αμοιβαίες υποχωρήσεις και να βρουν λύσεις, οι οποίες θα οδηγούν σε μία σταδιακή αύξηση του βαθμού ενοποίησης των πολιτικών των κρατών. Όχι μόνο για να σώσουν την Ευρώπη και τις οικονομίες τους, αλλά παράλληλα, για να σώσουν τους εαυτούς τους.

Γιάννης Σιάτρας
Οικονομολόγος, Σύμβουλος Επενδύσεων, Αρθρογράφος και
Πρόεδρος του Συλλόγους Ελλήνων Φορολογούμενων

ΠΗΓΗ: Πρώτο Θέμα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου